- χημειοταξινόμηση
- η, Ν βιολ. ταξινόμηση τών έμβιων όντων με βάση τις χαρακτηριστικές χημικές ουσίες τις οποίες αυτά συνθέτουν.[ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση ελληνογενούς ξεν. όρου, πρβλ. γαλλ. chimiotaxonomie].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.